Σε περιδίνηση συνεχίζουν να βρίσκονται τόσο η οικονομία όσο και η ελληνική κοινωνία αναμένοντας την ολοκλήρωση της πολυπόθητης δεύτερης αξιολόγησης. Αν και τώρα εκφράζεται η αισιοδοξία ότι η συμφωνία με τους δανειστές μπορεί να επιτευχθεί έως τις 20 Mαρτίου που είναι προγραμματισμένη η επόμενη συνεδρίαση του Eurogroup, οι εξελίξεις φαίνεται ότι αποκτούν μια ευρύτερη δυναμική και δημιουργούν συνεχώς νέα δεδομένα.
Όπως και στη χώρα μας, έτσι και σε ευρωπαϊκό επίπεδο η νηνεμία είναι επιφανειακή και όλοι τελούν εν αναμονή των ανατροπών που έρχονται. Σε μόλις δέκα ημέρες από σήμερα, στις 15 Μαρτίου, διεξάγονται οι εκλογές στην Ολλανδία που θα αποτελέσουν ένα πρώτο βαρόμετρο των νέων τάσεων στη γηραιά ήπειρο πριν πάρουν τη σκυτάλη οι κοινωνίες της Γαλλίας και της Γερμανίας όπου ο ευρωσκεπτικισμός αποκτά οριζόντιες διαστάσεις.
Στο εσωτερικό, η κυβέρνηση εξαντλώντας τα όρια του παιγνίου των καθυστερήσεων οδεύει σε μια «ολική συμφωνία», όπως την χαρακτήρισε και την Παρασκευή ο πρωθυπουργός, με την ελπίδα ότι θα μπορέσει να αποτρέψει την έναρξη ενός φαύλου κύκλου με παρενέργειες όχι μόνο οικονομικές αλλά και πολιτικές. Ήδη το επικοινωνιακό αφήγημα γύρω από την αναμενόμενη συμφωνία δοκιμάζεται σοβαρά καθώς η θεωρία των «αντισταθμιστικών μέτρων» δεν επενεργεί και πολύ καθησυχαστικά για τους πολίτες οι οποίοι είναι πλέον πολύ καχύποπτοι απέναντι σε οποιαδήποτε εξαγγελία.
Αυτή την περίοδο συμπληρώνονται άλλωστε επτά χρόνια από την επιβολή του πρώτου Μνημονίου από την κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου και η Ελλάδα -εξαιτίας τόσο των δανειστών όσο και των εγχώριων χειρισμών- το μόνο που έχει επί της ουσίας «καταφέρει» είναι να κατέχει τα σκήπτρα στην ανεργία, να βρίσκεται παγκοσμίως στις πρώτες θέσεις της φτωχοποίησης και να μην φαίνεται στον ορίζοντα πραγματική έξοδος από την κρίση. Μέσα σε αυτό το διάστημα των επτά ετών η κρίση έχει ήδη καταπιεί αρκετές κυβερνήσεις και η παρούσα υπό τον κ. Τσίπρα δίνει πλέον κι αυτή μάχη αντοχής για να παραμείνει στην εξουσία. Έτσι ενώ προεξοφλείται η -έστω και με καθυστέρηση- επίτευξη της οικονομικής συμφωνίας, το κοινωνικό και πολιτικό βάρος αρχίζει να γίνεται δυσβάστακτο. Φαίνεται μάλιστα ότι οι διεργασίες δεν περιορίζονται αυστηρά στον κυβερνητικό χώρο αλλά απλώνονται σε ολόκληρο το πολιτικό φάσμα και προοιωνίζονται ενδεχομένως ενδιαφέρουσες ανακατατάξεις. Η κρίση στρατηγικής εκτός από τον ΣΥΡΙΖΑ ακουμπά και την αντιπολίτευση αφού οι υψηλοί τόνοι των κομματικών αντιπαραθέσεων δεν αρκούν για να απαντήσουν σε πολύ σημαντικότερα ερωτήματα τα οποία θέτει η μνημονιακή πραγματικότητα.
Η αλήθεια είναι ότι η κυβερνητική πλευρά επιχειρεί να πιαστεί από τις αντιφάσεις της ΝΔ η οποία δηλώνει μεν ευθύς εξ αρχής ότι δεν θα ψηφίσει τα νέα μέτρα, τουλάχιστον τα δημοσιονομικά, αλλά άγχεται για την ταχεία ολοκλήρωση της αξιολόγησης και -πιστή στην προσήλωσή της στην ευρωζώνη- προεξοφλεί ότι ερχόμενη στην εξουσία δεν θα αρνηθεί την εφαρμογή τους. Όπως σωστά επισημαίνουν ορισμένοι, αυτό σημαίνει ότι ακόμη κι αν δεν ψηφιστεί η νέα συμφωνία από αυξημένη πλειοψηφία (όπως έγινε με το τρίτο Μνημόνιο το καλοκαίρι του 2015), επί της ουσίας οι δανειστές έχουν εξασφαλίσει την εκ των προτέρων δέσμευση και της επόμενης Βουλής. Κάπως έτσι και η αναταραχή που προκλήθηκε από τις ατάκες του Β. Μεϊμαράκη για «τζάμπα μάγκες» έχουν λιγότερη ουσία και μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τις εσωτερικές ισορροπίες στη ΝΔ.
Αντίθετα στο στρατόπεδο του ΣΥΡΙΖΑ το κλίμα βαραίνει διότι προϊόντος του χρόνου συνειδητοποιείται ότι ο εγκλωβισμός στο μνημονιακό άρμα προκαλεί πολιτικά αλλά και κομματικά αδιέξοδα. Ακόμη κι αν οι εκλογές ωθηθούν όσο περισσότερο γίνεται προς το δεύτερο ήμισυ της τετραετίας, η προοπτική της επόμενης ημέρας από μια ήττα έχει αρχίσει να τροφοδοτεί αλυσίδα εσωτερικών ζυμώσεων. Η περίοδος της «αθωότητας» μάλιστα φαίνεται ότι έχει περάσει οριστικά και σε όλα τα επίπεδα για τους βουλευτές και τα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος, έστω κι αν μη έχοντας άλλη επιλογή θα ψηφίσουν όποια συμφωνία έρθει στη Βουλή. Διαπιστώνουν κατ' αρχάς ότι παρά τις αδυναμίες της ΝΔ και παρ' όλα τα χτυπήματα που εξαπολύονται σε βάρος του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο ΣΥΡΙΖΑ απειλείται με δημοσκοπική κατακρήμνιση η οποία αναμένεται να γίνει πιο ορατή μόλις οριστικοποιηθούν τα μέτρα. Αυτό τροφοδοτεί και τις ιδεολογικοπολιτικές αναζητήσεις στο εσωτερικό του για την ανάγκη επαναπροσέγγισης με τη «σοσιαλδημοκρατία» άρα και το ΠΑΣΟΚ και την επανεξέταση των σχέσεων με τους ΑΝΕΛ, προκαλώντας αναπόφευκτες αναταράξεις που γίνονται όλο και πιο αισθητές. Επιπλέον το τελευταίο διάστημα τείνει να αναθεωρηθεί η αρχική αισιοδοξία ότι η πιθανή αλλαγή συσχετισμών στην Ευρώπη ύστερα από τις επερχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις μπορεί να βοηθήσει τουλάχιστον άμεσα τη χώρα μας. Αυτό φαίνεται ότι αποτελεί και τη βάση των διαφωνιών για τη διαπραγματευτική τακτική μεταξύ του υπουργού Οικονομικών Ευκλ.Τσακαλώτου και του αναπληρωτή υπουργού Γ. Χουλιαράκη ο οποίος τασσόταν εγκαίρως υπέρ της γρήγορης ολοκλήρωσης της αξιολόγησης. Σε κάθε περίπτωση το ευρωπαϊκό τοπίο αναμένεται να παραμείνει για αρκετό διάστημα θολό την ώρα που η Ελλάδα θα βρεθεί μέχρι τον Ιούλιο σε ένα βουνό ύψους σχεδόν 7 δις ευρώ για την αποπληρωμή ομολόγων ενώ ακόμη κι αν οι γερμανικές εκλογές κρύβουν θετικές εκπλήξεις υπολογίζεται ότι θα χρειαστεί τουλάχιστον ένα τρίμηνο για το σχηματισμό νέας κυβέρνησης στο Βερολίνο. Ως εκ τούτου θεωρείται δύσκολο να μπορέσει η χώρα μας να βγει από την «πεπατημένη» μιας συμφωνίας που την δεσμεύσει πριν από το 2018, στην καλύτερη περίπτωση. Όμως ήδη τότε θα πλησιάζει προς το τέλος του το παρόν πρόγραμμα βοήθειας -δηλαδή το τρίτο μνημόνιο- και είτε θα πρέπει να μπορεί να βγει στις αγορές είτε να ετοιμάζεται να μπει στο τέταρτο μνημόνιο.
Υπό το πρίσμα όλων αυτών και της περαιτέρω αβεβαιότητας που συνεπάγονται, η συζήτηση για την τρέχουσα διαπραγμάτευση έχει προσλάβει ένα σημαντικό ετεροχρονισμό καθώς οι εξελίξεις έχουν «περάσει» ουσιαστικά στην επόμενη φάση. Η ολοκλήρωση των συζητήσεων με τους δανειστές εφόσον επιτευχθεί έστω και σε τεχνικό επίπεδο εντός του μήνα και δεν προκληθούν άλλες εκκρεμότητες, δεν θα φέρει παρά μια προσωρινή λύση. Καθώς το πρόβλημα της χώρας αποδεικνύεται σισύφειο, τα δύσκολα δεν τελειώνουν αλλά σύντομα ξαναρχίζουν...
Ανδρέας Καψαμπέλης
Ανδρέας Καψαμπέλης