Ένα στα δύο ψάρια που καταναλώνονται στον κόσμο προέρχεται από ιχθυοκαλλιέργειες. Στην Ευρώπη, τα περισσότερα είδη είναι σαρκοφάγα και η τροφή τους περιλαμβάνει ιχθυάλευρα και ιχθυέλαια που προέρχονται από τα μικρά ψάρια που αλιεύονται στην θάλασσα. Ωστόσο η άγρια ιχθυοπανίδα είναι περιορισμένη ενώ η καλλιέργεια ψαριών είναι ένας αναπτυσσόμενος τομέας.
Σε ένα πειραματικό ιχθυοτροφείο, δοκιμάζονται διάφορες φυτικής προέλευσης τροφές, που είναι πιο βιώσιμες. «Στόχος μας είναι να προσπαθήσουμε να βρούμε φυτικές πρωτεΐνες εναλλακτικές της πρωτεΐνης των ψαριών. Πριν από 10 χρόνια, ένα ποσοστό της τάξεως μεταξύ του 30 και του 40% στην τροφή των ψαριών ήταν ιχθυάλευρα. Σήμερα καταφέραμε να μειωθεί αυτό μεταξύ του 15 και του 20% και θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για να το μειώσουμε ακόμα πιο πολύ», λέει στο Euronews, ο Φρεντερίκ Τεριέ, διευθυντής του πειράματος.
Ένα μεγάλης κλίμακας ευρωπαϊκό πρόγραμμα εξέτασε αυτή την αλλαγή στη διατροφή των ψαριών, περιορίζοντας στο ελάχιστο το επίπεδο ιχθυάλευρων και ιχθυέλαιων για τα πέντε πιο σημαντικά είδη στην Ευρώπη: την πέστροφα, τον σολομό, τον κυπρίνο, την τσιπούρα και το λαβράκι. Η ανάπτυξη, η υγεία, η αναπαραγωγική ικανότητα, οι θρεπτικές ιδιότητες, τα πάντα έχουν ελεγχθεί σε ολόκληρο τον κύκλο ζωής των ψαριών.
Υπάρχει όμως μια κάποια απροθυμία. Υπάρχουν ορισμένες συνήθειες. Οι ιχθυοκαλλιεργητές απαιτούν ένα ορισμένο επίπεδο ελαίων και ιχθυαλεύρων επειδή έτσι αισθάνονται πιο ασφαλείς. Είναι απολύτως φυσικό και θεμιτό, αλλά η ουσία, το νόημα και η ιστορική μας ευθύνη είναι να κάνουμε αυτά τα ποσοστά ολοένα και μικρότερα».
Σύντομα, νέες μορφές πρωτεϊνών που θα προέρχονται από φύκια ή έντομα θα μπορούν να βρίσκονται στο μενού των εκτρεφόμενων ψαριών.