Γενικά περί πολέμου με χρήση UAS (UAV– UCAV)
Το παρόν κείμενο χρησιμοποιεί τον όρο «μη επανδρωμένα αεροπορικά συστήματα / unmanned
aircraft systems» για όλα τα συστήματα ή μηχανές, που σε οποιαδήποτε μορφή είναι άμεσα και μόνιμα υπό τον έλεγχο του ανθρώπου.
Ο όρος χρησιμοποιείται γενικά για την περιγραφή ολόκληρου του λειτουργικού εξοπλισμού, συμπεριλαμβανομένου του αεροσκάφους, του επίγειου σταθμού ελέγχου και της ασύρματης σύνδεσης των δεδομένων.
Γράφουν Βαγγέλης Χωραφάς-Πολυχρόνης Ναλμπάντης
Παράλληλα, ο όρος “μη επανδρωμένο εναέριο όχημα/unmanned aerial vehicle–UAV” (γνωστό και ως drone), είναι ένα αεροσκάφος χωρίς πιλότο επί του σκάφους, το οποίο είναι ένα είδος μη επανδρωμένου οχήματος. Επίσης, το «μη επανδρωμένο εναέριο όχημα μάχης/unmanned combat aerial vehicle (UCAV)», είναι ένα μη επανδρωμένο εναέριο όχημα (UAV) που συνήθως μεταφέρει πύραυλους, αντιαρματικούς πύραυλους, ή και βόμβες, και χρησιμοποιείται για επιθετικές προσβολές.
Αυτά είναι συνήθως υπό ανθρώπινο έλεγχο σε πραγματικό χρόνο, με διαφορετικά επίπεδα αυτονομίας.
Τα UAVs γενικά έχουν μακρά ιστορία στις ένοπλες δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών και τα οποία χρησιμοποιήθηκαν ως εναέρια οχήματα επίθεσης από την Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ, από το 1971.
Εντούτοις, κατά την εισβολή του Λιβάνου το 1982, οι ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις κατέδειξαν σαφώς τη χρησιμότητα των UAVs στις στρατιωτικές επιχειρήσεις, ειδικά εναντίον των συριακών αντιαεροπορικών συστημάτων SAM και ως εκ τούτου οδήγησε στην ώθηση για την ανάπτυξη της μη-επανδρωμένης τεχνολογίας. Από τότε, τα κράτη και οι αμυντικές βιομηχανίες έχουν αναπτύξει την τεχνολογία στην κατασκευή εκατοντάδων διαφορετικών τύπων μη επανδρωμένων συστημάτων UAS για στρατιωτική επιχειρησιακή χρήση σε όλο το φάσμα του πολέμου.
Ενδεικτικά, τα UAVs δύναται να χρησιμοποιούνται: κυρίως για επιχειρήσεις αναγνώρισης, δηλαδή για απόκτηση πληροφοριών, παρακολούθηση, στοχοποίηση, και αναγνώριση, (intelligence, surveillance, target acquisition and reconnaissance/ ISTAR). Επίσης, ως εξοπλισμένα UAVs αναγνώρισης με πολλαπλούς ρόλους (όπως πχ, τα Predator and Reaper) και ειδικότερα, με καθορισμένο ρόλο μάχης, που έχει την δυνατότητα να επιχειρεί ως μαχητικό ή βομβαρδιστικό αεροσκάφος.
Τα μη επανδρωμένα συστήματα αναμένεται να ανακουφίσουν τους επιβαρυμένους προϋπολογισμούς των ενόπλων δυνάμεων. Χρειάζονται λιγότερα ανθρώπινο δυναμικό για να λειτουργήσουν από τα υπάρχοντα επανδρωμένα συστήματα, είναι φθηνότερα στην παραγωγή και την ανάπτυξη, και πιο αποτελεσματικά. Οι προβλέψεις αυτού του είδους οδήγησαν πολλούς στρατούς να προωθήσουν την ανάπτυξη της μη επανδρωμένης τεχνολογίας και η αγορά αυξήθηκε σημαντικά.
Αν και τελευταία όμως τα οικονομικά οφέλη της μη επανδρωμένης τεχνολογίας έχουν τεθεί υπό αμφισβήτηση, με ορισμένους να υποστηρίζουν ότι η εξοικονόμηση που συνδέεται με τη χρήση UAVs είναι πολύ πιο μέτρια από ότι είχε αρχικά προβλεφθεί.
Ωστόσο, λόγω των σημερινών και των δυνητικών δυνατοτήτων τους, το ενδιαφέρον για UAVs παραμένει υψηλό, οδηγώντας επίσης σε νέες προκλήσεις, που δεν έχουν ακόμη επιλυθεί. Φαίνεται όμως, πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι με επαρκή υποστήριξη, τα συστήματα αυτά θα αποτελέσουν κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο το μέλλον του πολέμου.
Τα σημερινά UAVs δεν κερδίζουν τους πολέμους -είναι πολύ ευάλωτα και δεν μπορούν να επιτύχουν αποφασιστική νίκη. Αντιμετωπίζουν πολυάριθμα προβλήματα και περιορισμούς.
Σε γενικές γραμμές, δεν είναι χρήσιμα σε αμφισβητούμενο επιχειρησιακό περιβάλλον χωρίς αεροπορική υπεροχή, δηλαδή είναι πολύ πιθανό να καταρριφθούν, όπως έχουν δείξει οι πρόσφατες περιπτώσεις καταστροφής του MQ-9 Reaper στην Υεμένη και του Global Hawk στα στενά του Hormuz και των Bayraktar TB2 στην Λιβύη και τη Συρία.
Η πιθανότητα να σημειωθεί κατάρριψη των UAVs είναι υψηλή, επειδή δεν διαθέτουν δυνατότητες αεράμυνας, η ικανότητα χειρισμών και οι δυνατότητές τους παραμένουν φτωχές και συνήθως πετούν σε χαμηλά υψόμετρα και με χαμηλές ταχύτητες. Είναι επιρρεπή σε ατυχήματα, λόγω τεχνικών βλαβών και δυσμενών καιρικών συνθηκών, επηρεάζοντας το εύρος της επιχειρησιακής λειτουργίας, μεταξύ του UAV και του σταθμού ελέγχου. Εάν οι πληροφορίες και η ασφάλεια στον κυβερνοχώρο των απομακρυσμένων συστημάτων C4ISR είναι ανεπαρκείς, τότε τα UAV διατρέχουν τον κίνδυνο ηλεκτρονικών παρεμβολών, hacking, και εξαπάτησης.
Η γενική τάση δείχνει ότι τα drones γίνονται «πιο αόρατα, ταχύτερα και μικρότερα». Σχεδιάζονται και κατασκευάζονται όλο και πιο θανατηφόρα, αθόρυβα drones, με πολλαπλές δυνατότητες, ενώ θα έχουν την ικανότητα να πετούν και μάλιστα σύντομα, σε συνεργασία με επανδρωμένα αεροσκάφη, ως σμήνος επανδρωμένων και μη επανδρωμένων αεροσκαφών.
Το ΝΑΤΟ επιδιώκει την αντιμετώπιση της χρήσης μικρών μη επανδρωμένων εναέριων οχημάτων από τρομοκρατικές ομάδες, κράτη παρίες και άλλους φορείς, δημιουργώντας εξειδικευμένες μοίρες στρατιωτικών δυνάμεων για την άμυνα των.
Τα αποτελεσματικά μέτρα αντιμετώπισης απαιτούν τεχνολογία, που θα είναι σε θέση να ανιχνεύσει, να απενεργοποιήσει και να παρεμποδίσει τα εχθρικά drones και να επιβάλει ακόμη και ζώνες απαγόρευσης πτήσης για UAV. Ο γερμανικός στρατός σχεδιάζει να αντιμετωπίσει τα εχθρικά drones με ηλεκτρονικές παρεμβολές.
Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει αναπτύξει ένα πρωτότυπο λέιζερ για την αντιμετώπιση των drones, η ολλανδική κυβέρνηση εξετάζει τα λέιζερ για να καταστρέψει τα drones που θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια ασφάλεια, ενώ οι Αμερικανοί πεζοναύτες έχουν το πρώτο επίγειο επίσημο σύστημα, το Compact Laser Arms, που εγκρίθηκε από το Υπουργείο Άμυνας.
Η εμπειρία της Τουρκίας
Η μακρόχρονη εκστρατεία της Τουρκίας εναντίον του κουρδικού PKK (Κουρδικό Εργατικό Κόμμα), που διεξάγεται κυρίως στην νότιο-ανατολική απομακρυσμένη ορεινή περιοχή του κράτους και η οποία είχε φθάσει σε αδιέξοδο το 2005, αποτέλεσε το κίνητρο για την ανάπτυξη drones μάχης. Οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΤΕΔ), αφού παρακολούθησαν τις ΗΠΑ να εκτελούν επιχειρήσεις με drones στο Πακιστάν και το Αφγανιστάν, στοχεύοντας αποτελεσματικά τους μαχητές της Αλ-Κάιντα σε ένα παρόμοιο ορεινό έδαφος και με σημαντικό βαθμό επιτυχίας, συμπέραναν ότι η τεχνολογία των drones θα άλλαζε τη μορφή του πολέμου, καθώς και το αποτέλεσμα των στρατιωτικών τους επιχειρήσεων εναντίον του PKK. Επιπρόσθετα, η Τουρκία ανέπτυξε το πρόγραμμα κατασκευής UAV, εν μέρει και ως απάντηση στις Ηνωμένες Πολιτείες, που αρνούνταν να πουλήσουν στις ΤΕΔ το Predator ή τη μεγαλύτερη παραλλαγή του, το Reaper.
Η στρατιωτική επιχείρηση «Operation Spring Shield» των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων (άνοιξη 2020) εναντίον των συριακών δυνάμεων του Assad κατέδειξε τις νέες επιχειρησιακές τους δυνατότητες με τη χρήση drones.
Η στρατιωτική εκστρατεία εκτελέστηκε σχεδόν αποκλειστικά μέσω του αέρα, και τούτο σηματοδοτεί μια νέα εξέλιξη στον χερσαίο πόλεμο. Για πρώτη φορά διεξήχθη μια συνεχής στρατιωτική εκστρατεία εξ ολοκλήρου με τη χρήση UAV σε συνεργασία με την Τουρκική Πολεμική Αεροπορία.
Τα τουρκικά UAVs Bayraktar TB-2, Bayraktar Akinci, και Bayraktar Anka-S κατέστρεψαν σημαντικούς επίγειους στόχους, όπως συριακές μονάδες, άρματα μάχης, τεθωρακισμένα οχήματα, ελικόπτερα, αεροσκάφη, στρατιωτικές εγκαταστάσεις, και συστοιχίες αντιαεροπορικών πυραύλων, όπως τα ρωσικά Pantsir-S1 (όσα δεν χειρίζονταν εξειδικευμένο ρωσικό προσωπικό).
Η τουρκική προσβολή ήταν τόσο γρήγορη και οργανωμένη, που η Ρωσία δεν είχε χρόνο να αντιδράσει.
Πρόσφατα, η Τουρκία διέσωσε τη λιβυκή κυβέρνηση της Τρίπολης, του πρωθυπουργού Fayez al-Sarraj από τις δυνάμεις του στρατηγού Khalifa Haftar, διεξάγοντας εκτεταμένο πόλεμο με drones.
Οι επιχειρήσεις με τα drones Bayraktar TB2 είναι ο μεγαλύτερος μέχρι σήμερα διεξαχθείς πόλεμος στον κόσμο, με σχεδόν 1.000 αεροπορικές προσβολές εναντίον επίγειων στόχων.
Με την έναρξη των αεροπορικών επιθέσεων, τα τουρκικά UAV παρείχαν πολύτιμες πληροφορίες -και στο σχετικά επίπεδο επιχειρησιακό περιβάλλον της ερήμου της βόρειας Λιβύης- οι επίγειες μονάδες του στρατηγού Haftar εντοπίζονταν εύκολα και προσβάλλονταν άμεσα, ενώ στην περίπτωση απώλειας του UAV, ο Τούρκος πιλότος είχε τη δυνατότητα να εκτελέσει νέα αποστολή με ένα άλλο drone.
Επιπρόσθετα, τα αποτελέσματα των πρόσφατων συγκρούσεων στη Συρία και τη Λιβύη έχουν και άλλες επιπτώσεις.
Πρώτον, απεικονίζουν τον τρόπο με τον οποίο τα drones και τα συστήματα αεροπορικής άμυνας χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο από μη δυτικές δυνάμεις και εντολοδόχους (proxy) δυνάμεις, μέρος μιας μεγαλύτερης παγκόσμιας αλλαγής, όπου οι Κινέζοι και άλλοι κατασκευαστές UAV προχωρούν.
Δεύτερον, τα drones καθίστανται πλέον βασικός εκτελεστικός βραχίονας στις στρατιωτικές επιχειρήσεις σε συντονισμό με τις χερσαίες δυνάμεις, ή ακόμη και με proxy δυνάμεις για την παροχή σχετικά φθηνής και αναλώσιμης αεροπορικής δύναμης.
Σήμερα, η Τουρκία έχει αποκτήσει σημαντικό στρατιωτικό πλεονέκτημα στην γεωπολιτική της περιφέρεια με τη χρήση των UAV, επειδή κατασκευάζονται στη χώρα, πράγμα που σημαίνει ότι η χρήση τους είναι οικονομικά αποδοτική και οι απώλειες εύκολα αναπληρώνονται.
Επιπλέον, η γραμμή παραγωγής λειτουργεί με πλήρη ισχύ και τα εργοστάσια αντιδρούν γρήγορα στις απατήσεις των ΤΕΔ, αναπτύσσοντας νέα και πιο αποδοτικά μοντέλα. Αντίθετα, τα χρονοδιαγράμματα, η προσαρμοστικότητα της παραγωγής και οι διαδικασίες παράδοσης δεν θα ήταν εφικτές, εάν τα UAV έπρεπε να αγοραστούν από το εξωτερικό.
Η Τουρκία κατασκευάζει σημαντικούς και διαφορετικούς τύπους drones, όπως το Bayraktar TB2, το Bayraktar Akıncı, το ANKA-S και το Aksungur της Turkish Aerospace Industries, καθώς και άλλα μικρότερα UAV “kamikaze”, όπως το Kargu.
Σύμφωνα δε, με δημοσιογραφικές πληροφορίες, οι ΤΕΔ σκοπεύουν να αγοράσουν περισσότερα από 500 mini UAV αυτοκτονίας τύπου Kargu, στο εγγύς μέλλον, που θα έχουν τη δυνατότητα να εκτελούν μαζικές επιθέσεις ως σμήνος, οι οποίες θα μπορούσαν να αυξήσουν δυνητικά τις επιχειρησιακές δυνατότητες προσβολής σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο επιχειρησιακό περιβάλλον, ενώ είναι πιθανόν να χρησιμοποιηθούν σε μελλοντικές επιχειρήσεις στην Λιβύη (πιθανή μάχη της Σύρτης).
Η πρόθεση της Τουρκίας είναι να συγκροτήσει μια νέα αεροπορική δύναμη, αποτελούμενη από σμήνη UAV και UCAV, τα οποία θα ενεργούν αεροπορικές αποστολές σε αυτόνομη ή κοινή συνεργασία με την Τουρκική Πολεμική Αεροπορία.
Ο τουρκικός «δίκαιος πόλεμος»
Τούρκοι αμυντικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι η νέα αυτή μορφή πολέμου με τη χρήση UAV – UCAV αποτελεί μια επανάσταση στις στρατιωτικές υποθέσεις και χαρακτηρίζει την συμβολή της Τουρκίας στην «τέχνη του πολέμου του 21ου αιώνα».
Οι Τούρκοι θεωρούν ότι είναι ένας «πολιτισμένος, καθαρός και χειρουργικός» τρόπος διεξαγωγής του πολέμου για τον 21ο αιώνα, που απομακρύνεται από την μεσαιωνική στρατηγική που ακολουθεί το καθεστώς Άσαντ, η οποία βασίζεται σε λογικές πολιορκίας πόλεων και σημαντικών απωλειών σε άμαχο πληθυσμό.
Διάφορα κέντρα στην Τουρκία προωθούν την άποψη ότι οι μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις της εποχής, οι ΗΠΑ και η Ρωσία, κυριαρχούνται από την ίδια λογική, αυτή που δεν υπολογίζει τις παράπλευρες απώλειες. Οι ΗΠΑ με την καταστροφή της Μοσούλης και η Ρωσία στην Τσετσενία και στην Συρία, έχουν καταφύγει σε μαζικούς και άτακτους βομβαρδισμούς, περιλαμβανομένων ολόκληρων πόλεων και των κατοίκων τους, για να νικήσουν τους αντιπάλους τους.
Αντίθετα, η Τουρκία με τον πόλεμο των drones, αντιπαραβάλει στον «βρώμικο πόλεμο» των μεγάλων δυνάμεων, τον «καθαρό πόλεμο». Απέναντι στην βαρβαρότητα που οδηγούν οι τρόποι πολέμου των μεγάλων δυνάμεων, υπάρχει ο τρόπος πολέμου με ανθρώπινο πρόσωπο που προωθεί η Τουρκία.
Αυτός ο ιδιαίτερος τουρκικός τρόπος πολέμου, αντιπροσωπεύει για τον 21ο αιώνα το κλασικότερο παράδειγμα «δίκαιου πολέμου».
Πρόκειται για χοντροκομμένη προπαγάνδα; Όχι, πρόκειται για επικοινωνιακή στρατηγική που εντάσσεται μέσα στα πλαίσια του υβριδικού πολέμου τον οποίο εξελίσσει η Άγκυρα και τον εφαρμόζει σε διάφορα μέτωπα.
Που βρίσκεται η Ελλάδα;
Η Ελλάδα, διαθέτει πεπαλαιωμένα συστήματα UAV, o Στρατός Ξηράς έχει 8 UAV τύπου Sperwere, γαλλικής κατασκευής και εμβελείας 180 χιλιομέτρων, η Πολεμική Αεροπορία έχει μια Μοίρα με 6 UAV τύπου ΠΗΓΑΣΟΣ ΙΙ Block 1, το δε Πολεμικό Ναυτικό πρόκειται να αποκτήσει mini drones για τα πλοία επιφανείας, και φυσικά αναμένεται η παραλαβή των 2 UAV τύπου HERON από το Ισραήλ με leasing.
Βέβαια, το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, έχει θέσει ως στόχο την ανάπτυξη εθνικού «UAV» σε συνεργασία με φορείς από την Ελλάδα, όπως η Intracom Defence Electronics, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Πανεπιστήμιο Πατρών, το ΓΕΑ κλπ., το οποίο όμως θα είναι απλά για επιτήρηση στόχων και συνόρων, χωρίς δυνατότητες μάχης.
Δυστυχώς όμως, οι διοικήσεις της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας (ΕΑΒ) αλλά και οι ελληνικές Κυβερνήσεις, απεμπόλησαν τη συμμετοχή της Ελλάδας στην παραγωγή του ευρωπαϊκού μη-επανδρωμένου μαχητικού αεροσκάφους «UCAV nEUROn», τεχνητής νοημοσύνης (Artificial Intelligence/AI), το οποίο θα τεθεί σε επιχειρησιακή χρησιμοποίηση από το 2025-2040.
Η ΕΑΒ συμμετείχε στην κατασκευή του πρότυπου UCAV nEUROn, η ελληνική αεροναυπηγική ομάδα του «UCAV nEUROn» έχει πλέον διαλυθεί, ενώ ο βασικός αεροναυπηγός του προγράμματος, τιμηθείς με διεθνές αεροναυπηγικό βραβείο για το UCAV nEUROn , αποπέμφθηκε από τη θέση του με e-mail από τον νέο CEO της EAB!
Δυστυχώς, ο χώρος των drones και του proxy war είναι προνομιακός για την Τουρκία, ενώ η Ελλάδα με τις λογικές που επικρατούν εσωτερικά, δεν μπορεί να ακολουθήσει. Πρόκειται για τον χώρο που καθορίζει τις εξελίξεις στους μελλοντικούς τρόπους πολέμου και η Άγκυρα θέλει να βρίσκεται μεταξύ των πρωτοπόρων. Όχι για λόγους επίδειξης, αλλά για λόγους ουσίας. Για την αποτελεσματικότερη εφαρμογή των γεωπολιτικών της σχεδίων.
Αντίθετα, στην Ελλάδα, στον χώρο της εξωτερικής πολιτικής, της άμυνας και της ασφάλειας, κυριαρχούν οι δικαιολογίες, «φταίει η οικονομική κρίση», οι μεγαλοστομίες, «θα τους κάψουμε» και η τακτική του πετάγματος της μπάλας στην κερκίδα, δηλαδή «δεν θα στρατιωτικοποιήσουμε την κρίση».
Στην πραγματικότητα τα πράγματα είναι απλά. Δεν μας χρειάζονται τα παραπάνω, χρειάζεται μόνο ύπαρξη πολιτικής βούλησης και ένα αποτελεσματικό μείγμα εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής. Με άλλα λόγια, χρειαζόμαστε μία τομή.
Το παρόν κείμενο χρησιμοποιεί τον όρο «μη επανδρωμένα αεροπορικά συστήματα / unmanned
aircraft systems» για όλα τα συστήματα ή μηχανές, που σε οποιαδήποτε μορφή είναι άμεσα και μόνιμα υπό τον έλεγχο του ανθρώπου.
Ο όρος χρησιμοποιείται γενικά για την περιγραφή ολόκληρου του λειτουργικού εξοπλισμού, συμπεριλαμβανομένου του αεροσκάφους, του επίγειου σταθμού ελέγχου και της ασύρματης σύνδεσης των δεδομένων.
Γράφουν Βαγγέλης Χωραφάς-Πολυχρόνης Ναλμπάντης
Παράλληλα, ο όρος “μη επανδρωμένο εναέριο όχημα/unmanned aerial vehicle–UAV” (γνωστό και ως drone), είναι ένα αεροσκάφος χωρίς πιλότο επί του σκάφους, το οποίο είναι ένα είδος μη επανδρωμένου οχήματος. Επίσης, το «μη επανδρωμένο εναέριο όχημα μάχης/unmanned combat aerial vehicle (UCAV)», είναι ένα μη επανδρωμένο εναέριο όχημα (UAV) που συνήθως μεταφέρει πύραυλους, αντιαρματικούς πύραυλους, ή και βόμβες, και χρησιμοποιείται για επιθετικές προσβολές.
Αυτά είναι συνήθως υπό ανθρώπινο έλεγχο σε πραγματικό χρόνο, με διαφορετικά επίπεδα αυτονομίας.
Τα UAVs γενικά έχουν μακρά ιστορία στις ένοπλες δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών και τα οποία χρησιμοποιήθηκαν ως εναέρια οχήματα επίθεσης από την Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ, από το 1971.
Εντούτοις, κατά την εισβολή του Λιβάνου το 1982, οι ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις κατέδειξαν σαφώς τη χρησιμότητα των UAVs στις στρατιωτικές επιχειρήσεις, ειδικά εναντίον των συριακών αντιαεροπορικών συστημάτων SAM και ως εκ τούτου οδήγησε στην ώθηση για την ανάπτυξη της μη-επανδρωμένης τεχνολογίας. Από τότε, τα κράτη και οι αμυντικές βιομηχανίες έχουν αναπτύξει την τεχνολογία στην κατασκευή εκατοντάδων διαφορετικών τύπων μη επανδρωμένων συστημάτων UAS για στρατιωτική επιχειρησιακή χρήση σε όλο το φάσμα του πολέμου.
Ενδεικτικά, τα UAVs δύναται να χρησιμοποιούνται: κυρίως για επιχειρήσεις αναγνώρισης, δηλαδή για απόκτηση πληροφοριών, παρακολούθηση, στοχοποίηση, και αναγνώριση, (intelligence, surveillance, target acquisition and reconnaissance/ ISTAR). Επίσης, ως εξοπλισμένα UAVs αναγνώρισης με πολλαπλούς ρόλους (όπως πχ, τα Predator and Reaper) και ειδικότερα, με καθορισμένο ρόλο μάχης, που έχει την δυνατότητα να επιχειρεί ως μαχητικό ή βομβαρδιστικό αεροσκάφος.
Τα μη επανδρωμένα συστήματα αναμένεται να ανακουφίσουν τους επιβαρυμένους προϋπολογισμούς των ενόπλων δυνάμεων. Χρειάζονται λιγότερα ανθρώπινο δυναμικό για να λειτουργήσουν από τα υπάρχοντα επανδρωμένα συστήματα, είναι φθηνότερα στην παραγωγή και την ανάπτυξη, και πιο αποτελεσματικά. Οι προβλέψεις αυτού του είδους οδήγησαν πολλούς στρατούς να προωθήσουν την ανάπτυξη της μη επανδρωμένης τεχνολογίας και η αγορά αυξήθηκε σημαντικά.
Αν και τελευταία όμως τα οικονομικά οφέλη της μη επανδρωμένης τεχνολογίας έχουν τεθεί υπό αμφισβήτηση, με ορισμένους να υποστηρίζουν ότι η εξοικονόμηση που συνδέεται με τη χρήση UAVs είναι πολύ πιο μέτρια από ότι είχε αρχικά προβλεφθεί.
Ωστόσο, λόγω των σημερινών και των δυνητικών δυνατοτήτων τους, το ενδιαφέρον για UAVs παραμένει υψηλό, οδηγώντας επίσης σε νέες προκλήσεις, που δεν έχουν ακόμη επιλυθεί. Φαίνεται όμως, πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι με επαρκή υποστήριξη, τα συστήματα αυτά θα αποτελέσουν κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο το μέλλον του πολέμου.
Τα σημερινά UAVs δεν κερδίζουν τους πολέμους -είναι πολύ ευάλωτα και δεν μπορούν να επιτύχουν αποφασιστική νίκη. Αντιμετωπίζουν πολυάριθμα προβλήματα και περιορισμούς.
Σε γενικές γραμμές, δεν είναι χρήσιμα σε αμφισβητούμενο επιχειρησιακό περιβάλλον χωρίς αεροπορική υπεροχή, δηλαδή είναι πολύ πιθανό να καταρριφθούν, όπως έχουν δείξει οι πρόσφατες περιπτώσεις καταστροφής του MQ-9 Reaper στην Υεμένη και του Global Hawk στα στενά του Hormuz και των Bayraktar TB2 στην Λιβύη και τη Συρία.
Η πιθανότητα να σημειωθεί κατάρριψη των UAVs είναι υψηλή, επειδή δεν διαθέτουν δυνατότητες αεράμυνας, η ικανότητα χειρισμών και οι δυνατότητές τους παραμένουν φτωχές και συνήθως πετούν σε χαμηλά υψόμετρα και με χαμηλές ταχύτητες. Είναι επιρρεπή σε ατυχήματα, λόγω τεχνικών βλαβών και δυσμενών καιρικών συνθηκών, επηρεάζοντας το εύρος της επιχειρησιακής λειτουργίας, μεταξύ του UAV και του σταθμού ελέγχου. Εάν οι πληροφορίες και η ασφάλεια στον κυβερνοχώρο των απομακρυσμένων συστημάτων C4ISR είναι ανεπαρκείς, τότε τα UAV διατρέχουν τον κίνδυνο ηλεκτρονικών παρεμβολών, hacking, και εξαπάτησης.
Η γενική τάση δείχνει ότι τα drones γίνονται «πιο αόρατα, ταχύτερα και μικρότερα». Σχεδιάζονται και κατασκευάζονται όλο και πιο θανατηφόρα, αθόρυβα drones, με πολλαπλές δυνατότητες, ενώ θα έχουν την ικανότητα να πετούν και μάλιστα σύντομα, σε συνεργασία με επανδρωμένα αεροσκάφη, ως σμήνος επανδρωμένων και μη επανδρωμένων αεροσκαφών.
Η βελτιωμένη ευελιξία των και η προσαρμογή θα επιτρέψει στις ένοπλες δυνάμεις να χρησιμοποιούν ένα drone για πολλαπλές αποστολές, ειδικά σε εξειδικευμένη περιοχή, όπου τα επανδρωμένα αεροσκάφη θα αντιμετωπίζουν περιορισμούς.
Η πιο σημαντική λειτουργία των drones συνεχίζει να είναι αυτή του πολλαπλασιαστή δύναμης, (force multiplier), ειδικά καθώς η υποστήριξη που παρέχεται από λίγους ανθρώπους μειώνει τον κίνδυνο απώλειας ανθρώπινων ζωών. Η σημερινή τεχνολογία των drones δεν είναι έτοιμη για αεροπορικές αποστολές υψηλής έντασης σε αμφισβητούμενο εναέριο χώρο. Για να επιβιώσουν σε αυτές τις συνθήκες, χρειάζονται περισσότερη αόρατη (stealth) ικανότητα, πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα δράσης και καλύτερη ευελιξία.
Οι εξελίξεις κινούνται προς την ανάπτυξη φτηνότερων, απλούστερων και πιο ευκίνητων (δυνάμενων να αντικατασταθούν και μάλιστα αναλώσιμων) drones μάχης, που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως “πιλότοι κλειστών αερομαχιών/air-to-air dogfighters“, καθώς κα μεταφορείς οπλικών συστημάτων (πύραυλοι-βόμβες).
Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα, η Γαλλία, η Ρωσία, η Τουρκία και το Ηνωμένο Βασίλειο, σε σχέση με τις μελλοντικές επιχειρήσεις που αναπτύσσονται στο περιβάλλον άμυνας απαγόρευσης και αντιπρόσβασης, σχεδιάζουν να κατασκευάσουν υπερηχητικά drones για αεροπορικές επιχειρήσεις προσβολής στόχων. Για παράδειγμα, το γαλλικό σχέδιο V-MaX στοχεύει στην ανάπτυξη ενός αυτόνομου, υπερηχητικού UCAV, ενώ οι τουρκικές αεροπορικές βιομηχανίες (TAI) αναπτύσσουν ένα νέο υπερηχητικό UCAV, το Goksungur.
Μέχρι πρόσφατα, στις ένοπλες δυνάμεις δεν υπήρχαν απαιτήσεις για τεχνολογία αντιμετώπισης των UAV (counter-drone technology/C-UAS). Λαμβάνοντας υπόψη τον ταχύ ρυθμό των αλλαγών σε αυτόν τον τομέα και την ταχύτητα με την οποία οι μη κρατικοί αντίπαλοι εκμεταλλεύονται τα εμπορικά drones, οι ένοπλες δυνάμεις έχουν βρεθεί αντιμέτωπες με αναζήτηση νέας τεχνολογίας.
Η πιο σημαντική λειτουργία των drones συνεχίζει να είναι αυτή του πολλαπλασιαστή δύναμης, (force multiplier), ειδικά καθώς η υποστήριξη που παρέχεται από λίγους ανθρώπους μειώνει τον κίνδυνο απώλειας ανθρώπινων ζωών. Η σημερινή τεχνολογία των drones δεν είναι έτοιμη για αεροπορικές αποστολές υψηλής έντασης σε αμφισβητούμενο εναέριο χώρο. Για να επιβιώσουν σε αυτές τις συνθήκες, χρειάζονται περισσότερη αόρατη (stealth) ικανότητα, πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα δράσης και καλύτερη ευελιξία.
Οι εξελίξεις κινούνται προς την ανάπτυξη φτηνότερων, απλούστερων και πιο ευκίνητων (δυνάμενων να αντικατασταθούν και μάλιστα αναλώσιμων) drones μάχης, που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως “πιλότοι κλειστών αερομαχιών/air-to-air dogfighters“, καθώς κα μεταφορείς οπλικών συστημάτων (πύραυλοι-βόμβες).
Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα, η Γαλλία, η Ρωσία, η Τουρκία και το Ηνωμένο Βασίλειο, σε σχέση με τις μελλοντικές επιχειρήσεις που αναπτύσσονται στο περιβάλλον άμυνας απαγόρευσης και αντιπρόσβασης, σχεδιάζουν να κατασκευάσουν υπερηχητικά drones για αεροπορικές επιχειρήσεις προσβολής στόχων. Για παράδειγμα, το γαλλικό σχέδιο V-MaX στοχεύει στην ανάπτυξη ενός αυτόνομου, υπερηχητικού UCAV, ενώ οι τουρκικές αεροπορικές βιομηχανίες (TAI) αναπτύσσουν ένα νέο υπερηχητικό UCAV, το Goksungur.
Μέχρι πρόσφατα, στις ένοπλες δυνάμεις δεν υπήρχαν απαιτήσεις για τεχνολογία αντιμετώπισης των UAV (counter-drone technology/C-UAS). Λαμβάνοντας υπόψη τον ταχύ ρυθμό των αλλαγών σε αυτόν τον τομέα και την ταχύτητα με την οποία οι μη κρατικοί αντίπαλοι εκμεταλλεύονται τα εμπορικά drones, οι ένοπλες δυνάμεις έχουν βρεθεί αντιμέτωπες με αναζήτηση νέας τεχνολογίας.
Το ΝΑΤΟ επιδιώκει την αντιμετώπιση της χρήσης μικρών μη επανδρωμένων εναέριων οχημάτων από τρομοκρατικές ομάδες, κράτη παρίες και άλλους φορείς, δημιουργώντας εξειδικευμένες μοίρες στρατιωτικών δυνάμεων για την άμυνα των.
Τα αποτελεσματικά μέτρα αντιμετώπισης απαιτούν τεχνολογία, που θα είναι σε θέση να ανιχνεύσει, να απενεργοποιήσει και να παρεμποδίσει τα εχθρικά drones και να επιβάλει ακόμη και ζώνες απαγόρευσης πτήσης για UAV. Ο γερμανικός στρατός σχεδιάζει να αντιμετωπίσει τα εχθρικά drones με ηλεκτρονικές παρεμβολές.
Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει αναπτύξει ένα πρωτότυπο λέιζερ για την αντιμετώπιση των drones, η ολλανδική κυβέρνηση εξετάζει τα λέιζερ για να καταστρέψει τα drones που θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια ασφάλεια, ενώ οι Αμερικανοί πεζοναύτες έχουν το πρώτο επίγειο επίσημο σύστημα, το Compact Laser Arms, που εγκρίθηκε από το Υπουργείο Άμυνας.
Η εμπειρία της Τουρκίας
Η μακρόχρονη εκστρατεία της Τουρκίας εναντίον του κουρδικού PKK (Κουρδικό Εργατικό Κόμμα), που διεξάγεται κυρίως στην νότιο-ανατολική απομακρυσμένη ορεινή περιοχή του κράτους και η οποία είχε φθάσει σε αδιέξοδο το 2005, αποτέλεσε το κίνητρο για την ανάπτυξη drones μάχης. Οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΤΕΔ), αφού παρακολούθησαν τις ΗΠΑ να εκτελούν επιχειρήσεις με drones στο Πακιστάν και το Αφγανιστάν, στοχεύοντας αποτελεσματικά τους μαχητές της Αλ-Κάιντα σε ένα παρόμοιο ορεινό έδαφος και με σημαντικό βαθμό επιτυχίας, συμπέραναν ότι η τεχνολογία των drones θα άλλαζε τη μορφή του πολέμου, καθώς και το αποτέλεσμα των στρατιωτικών τους επιχειρήσεων εναντίον του PKK. Επιπρόσθετα, η Τουρκία ανέπτυξε το πρόγραμμα κατασκευής UAV, εν μέρει και ως απάντηση στις Ηνωμένες Πολιτείες, που αρνούνταν να πουλήσουν στις ΤΕΔ το Predator ή τη μεγαλύτερη παραλλαγή του, το Reaper.
Η στρατιωτική επιχείρηση «Operation Spring Shield» των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων (άνοιξη 2020) εναντίον των συριακών δυνάμεων του Assad κατέδειξε τις νέες επιχειρησιακές τους δυνατότητες με τη χρήση drones.
Η στρατιωτική εκστρατεία εκτελέστηκε σχεδόν αποκλειστικά μέσω του αέρα, και τούτο σηματοδοτεί μια νέα εξέλιξη στον χερσαίο πόλεμο. Για πρώτη φορά διεξήχθη μια συνεχής στρατιωτική εκστρατεία εξ ολοκλήρου με τη χρήση UAV σε συνεργασία με την Τουρκική Πολεμική Αεροπορία.
Τα τουρκικά UAVs Bayraktar TB-2, Bayraktar Akinci, και Bayraktar Anka-S κατέστρεψαν σημαντικούς επίγειους στόχους, όπως συριακές μονάδες, άρματα μάχης, τεθωρακισμένα οχήματα, ελικόπτερα, αεροσκάφη, στρατιωτικές εγκαταστάσεις, και συστοιχίες αντιαεροπορικών πυραύλων, όπως τα ρωσικά Pantsir-S1 (όσα δεν χειρίζονταν εξειδικευμένο ρωσικό προσωπικό).
Η τουρκική προσβολή ήταν τόσο γρήγορη και οργανωμένη, που η Ρωσία δεν είχε χρόνο να αντιδράσει.
Πρόσφατα, η Τουρκία διέσωσε τη λιβυκή κυβέρνηση της Τρίπολης, του πρωθυπουργού Fayez al-Sarraj από τις δυνάμεις του στρατηγού Khalifa Haftar, διεξάγοντας εκτεταμένο πόλεμο με drones.
Οι επιχειρήσεις με τα drones Bayraktar TB2 είναι ο μεγαλύτερος μέχρι σήμερα διεξαχθείς πόλεμος στον κόσμο, με σχεδόν 1.000 αεροπορικές προσβολές εναντίον επίγειων στόχων.
Με την έναρξη των αεροπορικών επιθέσεων, τα τουρκικά UAV παρείχαν πολύτιμες πληροφορίες -και στο σχετικά επίπεδο επιχειρησιακό περιβάλλον της ερήμου της βόρειας Λιβύης- οι επίγειες μονάδες του στρατηγού Haftar εντοπίζονταν εύκολα και προσβάλλονταν άμεσα, ενώ στην περίπτωση απώλειας του UAV, ο Τούρκος πιλότος είχε τη δυνατότητα να εκτελέσει νέα αποστολή με ένα άλλο drone.
Επιπρόσθετα, τα αποτελέσματα των πρόσφατων συγκρούσεων στη Συρία και τη Λιβύη έχουν και άλλες επιπτώσεις.
Πρώτον, απεικονίζουν τον τρόπο με τον οποίο τα drones και τα συστήματα αεροπορικής άμυνας χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο από μη δυτικές δυνάμεις και εντολοδόχους (proxy) δυνάμεις, μέρος μιας μεγαλύτερης παγκόσμιας αλλαγής, όπου οι Κινέζοι και άλλοι κατασκευαστές UAV προχωρούν.
Δεύτερον, τα drones καθίστανται πλέον βασικός εκτελεστικός βραχίονας στις στρατιωτικές επιχειρήσεις σε συντονισμό με τις χερσαίες δυνάμεις, ή ακόμη και με proxy δυνάμεις για την παροχή σχετικά φθηνής και αναλώσιμης αεροπορικής δύναμης.
Σήμερα, η Τουρκία έχει αποκτήσει σημαντικό στρατιωτικό πλεονέκτημα στην γεωπολιτική της περιφέρεια με τη χρήση των UAV, επειδή κατασκευάζονται στη χώρα, πράγμα που σημαίνει ότι η χρήση τους είναι οικονομικά αποδοτική και οι απώλειες εύκολα αναπληρώνονται.
Επιπλέον, η γραμμή παραγωγής λειτουργεί με πλήρη ισχύ και τα εργοστάσια αντιδρούν γρήγορα στις απατήσεις των ΤΕΔ, αναπτύσσοντας νέα και πιο αποδοτικά μοντέλα. Αντίθετα, τα χρονοδιαγράμματα, η προσαρμοστικότητα της παραγωγής και οι διαδικασίες παράδοσης δεν θα ήταν εφικτές, εάν τα UAV έπρεπε να αγοραστούν από το εξωτερικό.
Η Τουρκία κατασκευάζει σημαντικούς και διαφορετικούς τύπους drones, όπως το Bayraktar TB2, το Bayraktar Akıncı, το ANKA-S και το Aksungur της Turkish Aerospace Industries, καθώς και άλλα μικρότερα UAV “kamikaze”, όπως το Kargu.
Σύμφωνα δε, με δημοσιογραφικές πληροφορίες, οι ΤΕΔ σκοπεύουν να αγοράσουν περισσότερα από 500 mini UAV αυτοκτονίας τύπου Kargu, στο εγγύς μέλλον, που θα έχουν τη δυνατότητα να εκτελούν μαζικές επιθέσεις ως σμήνος, οι οποίες θα μπορούσαν να αυξήσουν δυνητικά τις επιχειρησιακές δυνατότητες προσβολής σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο επιχειρησιακό περιβάλλον, ενώ είναι πιθανόν να χρησιμοποιηθούν σε μελλοντικές επιχειρήσεις στην Λιβύη (πιθανή μάχη της Σύρτης).
Η πρόθεση της Τουρκίας είναι να συγκροτήσει μια νέα αεροπορική δύναμη, αποτελούμενη από σμήνη UAV και UCAV, τα οποία θα ενεργούν αεροπορικές αποστολές σε αυτόνομη ή κοινή συνεργασία με την Τουρκική Πολεμική Αεροπορία.
Ο τουρκικός «δίκαιος πόλεμος»
Τούρκοι αμυντικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι η νέα αυτή μορφή πολέμου με τη χρήση UAV – UCAV αποτελεί μια επανάσταση στις στρατιωτικές υποθέσεις και χαρακτηρίζει την συμβολή της Τουρκίας στην «τέχνη του πολέμου του 21ου αιώνα».
Οι Τούρκοι θεωρούν ότι είναι ένας «πολιτισμένος, καθαρός και χειρουργικός» τρόπος διεξαγωγής του πολέμου για τον 21ο αιώνα, που απομακρύνεται από την μεσαιωνική στρατηγική που ακολουθεί το καθεστώς Άσαντ, η οποία βασίζεται σε λογικές πολιορκίας πόλεων και σημαντικών απωλειών σε άμαχο πληθυσμό.
Διάφορα κέντρα στην Τουρκία προωθούν την άποψη ότι οι μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις της εποχής, οι ΗΠΑ και η Ρωσία, κυριαρχούνται από την ίδια λογική, αυτή που δεν υπολογίζει τις παράπλευρες απώλειες. Οι ΗΠΑ με την καταστροφή της Μοσούλης και η Ρωσία στην Τσετσενία και στην Συρία, έχουν καταφύγει σε μαζικούς και άτακτους βομβαρδισμούς, περιλαμβανομένων ολόκληρων πόλεων και των κατοίκων τους, για να νικήσουν τους αντιπάλους τους.
Αντίθετα, η Τουρκία με τον πόλεμο των drones, αντιπαραβάλει στον «βρώμικο πόλεμο» των μεγάλων δυνάμεων, τον «καθαρό πόλεμο». Απέναντι στην βαρβαρότητα που οδηγούν οι τρόποι πολέμου των μεγάλων δυνάμεων, υπάρχει ο τρόπος πολέμου με ανθρώπινο πρόσωπο που προωθεί η Τουρκία.
Αυτός ο ιδιαίτερος τουρκικός τρόπος πολέμου, αντιπροσωπεύει για τον 21ο αιώνα το κλασικότερο παράδειγμα «δίκαιου πολέμου».
Πρόκειται για χοντροκομμένη προπαγάνδα; Όχι, πρόκειται για επικοινωνιακή στρατηγική που εντάσσεται μέσα στα πλαίσια του υβριδικού πολέμου τον οποίο εξελίσσει η Άγκυρα και τον εφαρμόζει σε διάφορα μέτωπα.
Που βρίσκεται η Ελλάδα;
Η Ελλάδα, διαθέτει πεπαλαιωμένα συστήματα UAV, o Στρατός Ξηράς έχει 8 UAV τύπου Sperwere, γαλλικής κατασκευής και εμβελείας 180 χιλιομέτρων, η Πολεμική Αεροπορία έχει μια Μοίρα με 6 UAV τύπου ΠΗΓΑΣΟΣ ΙΙ Block 1, το δε Πολεμικό Ναυτικό πρόκειται να αποκτήσει mini drones για τα πλοία επιφανείας, και φυσικά αναμένεται η παραλαβή των 2 UAV τύπου HERON από το Ισραήλ με leasing.
Βέβαια, το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, έχει θέσει ως στόχο την ανάπτυξη εθνικού «UAV» σε συνεργασία με φορείς από την Ελλάδα, όπως η Intracom Defence Electronics, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Πανεπιστήμιο Πατρών, το ΓΕΑ κλπ., το οποίο όμως θα είναι απλά για επιτήρηση στόχων και συνόρων, χωρίς δυνατότητες μάχης.
Δυστυχώς όμως, οι διοικήσεις της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας (ΕΑΒ) αλλά και οι ελληνικές Κυβερνήσεις, απεμπόλησαν τη συμμετοχή της Ελλάδας στην παραγωγή του ευρωπαϊκού μη-επανδρωμένου μαχητικού αεροσκάφους «UCAV nEUROn», τεχνητής νοημοσύνης (Artificial Intelligence/AI), το οποίο θα τεθεί σε επιχειρησιακή χρησιμοποίηση από το 2025-2040.
Η ΕΑΒ συμμετείχε στην κατασκευή του πρότυπου UCAV nEUROn, η ελληνική αεροναυπηγική ομάδα του «UCAV nEUROn» έχει πλέον διαλυθεί, ενώ ο βασικός αεροναυπηγός του προγράμματος, τιμηθείς με διεθνές αεροναυπηγικό βραβείο για το UCAV nEUROn , αποπέμφθηκε από τη θέση του με e-mail από τον νέο CEO της EAB!
Δυστυχώς, ο χώρος των drones και του proxy war είναι προνομιακός για την Τουρκία, ενώ η Ελλάδα με τις λογικές που επικρατούν εσωτερικά, δεν μπορεί να ακολουθήσει. Πρόκειται για τον χώρο που καθορίζει τις εξελίξεις στους μελλοντικούς τρόπους πολέμου και η Άγκυρα θέλει να βρίσκεται μεταξύ των πρωτοπόρων. Όχι για λόγους επίδειξης, αλλά για λόγους ουσίας. Για την αποτελεσματικότερη εφαρμογή των γεωπολιτικών της σχεδίων.
Αντίθετα, στην Ελλάδα, στον χώρο της εξωτερικής πολιτικής, της άμυνας και της ασφάλειας, κυριαρχούν οι δικαιολογίες, «φταίει η οικονομική κρίση», οι μεγαλοστομίες, «θα τους κάψουμε» και η τακτική του πετάγματος της μπάλας στην κερκίδα, δηλαδή «δεν θα στρατιωτικοποιήσουμε την κρίση».
Στην πραγματικότητα τα πράγματα είναι απλά. Δεν μας χρειάζονται τα παραπάνω, χρειάζεται μόνο ύπαρξη πολιτικής βούλησης και ένα αποτελεσματικό μείγμα εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής. Με άλλα λόγια, χρειαζόμαστε μία τομή.